Να βάζει όρια κανείς ή να μη βάζει;

Με ένα σαιξπηρικό ερώτημα θα έλεγε κανείς ξεκινά αυτό το άρθρο. Να βάζει όρια κανείς ή να μη βάζει; Όταν ακούμε για όρια πολλές φορές φανταζόμαστε φωνές, καυγάδες, παρεξηγήσεις, τιμωρίες, αποξένωση και γενικότερα τα όρια συνδέονται συχνά με κάτι αρνητικό. Είναι όμως έτσι;

Τα όρια στην καθημερινή μας ζωή.

Ας σκεφτούμε για παράδειγμα την περίπτωση, που πιστεύω πως λίγο πολύ έχει συμβεί σε όλους, κατά την οποία ένας φίλος μας ή συγγενής μας ζητήσει κάποια εξυπηρέτηση (να ποτίσουμε τα λουλούδια του γιατί θα λείπει, να βγάλουμε το σκύλο του γιατί θα αργήσει, να παραλάβουμε ένα δέμα ή τις εξετάσεις του κτλ). Φυσικά και λέμε ναι δεν πειράζει που θα ταλαιπωρηθούμε λίγο αλλά για χάρη του φίλου μας θα το κάνουμε. Έρχεται όμως και μια δεύτερη εξυπηρέτηση και μία τρίτη. Κι ένας άλλος φίλος μας επίσης μας ζητάει εξυπηρέτηση οπότε πρέπει να ανταποκριθούμε και σε αυτή. Βρισκόμαστε τελικά να τρέχουμε από εδώ για τις δικές μας υποχρεώσεις, να τρέχουμε από εκεί για τις υποχρεώσεις τρίτων. Και χωρίς καλά καλά να καταλαβαίνουμε το λόγο αρχίζουμε να αισθανόμαστε πίεση, εκνευρισμό, κούραση και να έχουμε μια αίσθηση ότι ο χρόνος δεν φτάνει ούτε για να τελειώσουμε τις δουλειές μας, ούτε για να ξεκουραστούμε, ούτε για να κάνουμε κάτι που μας ευχαριστεί. Αν λοιπόν σε αυτό το παράδειγμα λέγαμε στο φίλο ή τον συγγενή μας πως δυστυχώς δεν θα μπορέσουμε να τον βοηθήσουμε αυτή τη φορά γιατί είμαστε κουρασμένοι ή γιατί είχαμε άλλα σχέδια (ακόμα κι αν τα σχέδιά μας ήταν απλά να καθίσουμε στον καναπέ και να πιούμε έναν καφέ παρέα με ένα βιβλίο ή μία εκπομπή στην τηλεόραση) θα ήταν μία πράξη εγωιστική ή μία πράξη αγάπης και φροντίδας προς τον εαυτό μας; Εσείς θα θυμώνατε αλήθεια αν ένας φίλος σας έλεγε ανάλογα πως δεν θα μπορούσε να σας εξυπηρετήσει; Και αλήθεια αν κάποιες φορές που το είχαμε ανάγκη λέγαμε και κανένα όχι, μήπως την επόμενη φορά που κάποιος θα μας ζητούσε βοήθεια θα ήμασταν πιο πρόθυμοι και πιο διαθέσιμοι να τον βοηθήσουμε;

Πώς βάζουμε όρια;

Με ποιόν τρόπο όμως μπορούμε να βάλουμε όρια; Γιατί αυτά τα σκεφτόμαστε, τα συζητάμε αλλά όταν έρχεται η ώρα να τα κάνουμε πράξη δυσκολευόμαστε. Το πρώτο βήμα είναι να παρατηρήσουμε και να δούμε σε τι έχουμε βάλει όρια. Για παράδειγμα εγώ προσωπικά δεν ανέχομαι τις βρισιές και η αλήθεια είναι πως δεν μου έχει συμβεί να με βρίσουν πέρα από μία φορά που κάποιος το έκανε αλλά εντέλει μου ζήτησε συγγνώμη. Πώς όμως έχω βάλει αυτό το όριο στους ανθρώπους γύρω μου χωρίς να δυσκολευτώ, χωρίς καν πολλές φορές να χρειαστεί να το πω; Πιστεύω πως η διαφορά βρίσκεται στο γεγονός πως είμαι απόλυτη, είμαι σίγουρη, δεν το αμφισβητώ και έχω αναγνωρίσει το δικαίωμα στον εαυτό μου να μην ανέχομαι τις βρισιές. Ενώ σε άλλα θέματα σκέφτομαι πως κάτι δεν μου αρέσει ΑΛΛΑ μήπως είμαι υπερβολική; μήπως οι άλλοι παρεξηγηθούν ή θυμώσουν; μήπως.. μήπως.. μήπως.. Με λίγα λόγια με αμφισβητώ και αυτό το εκπέμπω και στους άλλους, με αποτέλεσμα να τους δίνω τα περιθώρια να μην τηρούν τα όρια που προσπαθώ να θέσω. Άρα το πρώτο βήμα είναι να αναγνωρίσουμε ποια όρια θέλουμε να θέσουμε, να αναγνωρίσουμε στον εαυτό μας το δικαίωμά μας να θέσουμε αυτά τα όρια και να μην αμφισβητούμε τον εαυτό μας.

Το επόμενο βήμα θα λέγαμε πως είναι να μιλάμε ανοιχτά να μη φοβόμαστε να πούμε με ευγενικό τρόπο πως θέλουμε κάτι, πως έχουμε ανάγκη κάτι ή πως δεν μας αρέσει κάτι. Αν μάλιστα εξηγήσουμε και το λόγο ή αναφέρουμε πως νιώθουμε σχετικά με αυτό είναι πολύ πιο πιθανό ο συνομιλητής μας να μας καταλάβει και να σεβαστεί αυτό που του λέμε. Δυστυχώς πολλές φορές επειδή πιστεύουμε πως οι γύρω μας μας ξέρουν, μας καταλαβαίνουν ή επειδή έμμεσα μπορεί να τους λέμε κάποια πράγματα ή επειδή θεωρούμε κάποια πράγματα αυτονόητα, περιμένουμε ότι θα το σκεφτούν από μόνοι τους. Τίποτα όμως δεν είναι αυτονόητο, κανείς δεν είναι στο μυαλό μας, κανείς δεν είναι μάντης και όλοι σκεφτόμαστε με διαφορετικό τρόπο. Τέλος πολλές φορές αν παρατηρήσουμε στην προσπάθειά μας να βάλουμε όρια μπορεί πράγματι να πούμε σε κάποιον ότι να αυτό δεν μας άρεσε, ή δεν θέλουμε να κάνουμε κάτι αλλά δεν φαίνεται να μας παίρνει σοβαρά και τελικά βρισκόμαστε να το κάνουμε ή να το ανεχόμαστε. Ο τρόπος λοιπόν που θα πούμε κάτι έχει μεγάλη σημασία ώστε ο συνομιλητής μας να καταλάβει πως είναι σημαντικό για εμάς, πως δεν χαριτολογούμε, ούτε το λέμε για πλάκα. Το εννοούμε. Βέβαια επειδή οι πράξεις είναι ως γνωστόν πιο σημαντικές από τα λόγια αυτό που επίσης πρέπει να προσέξουμε είναι να τηρήσουμε τα όρια μας και στην πράξη. Αν ας πούμε στο παράδειγμα με τις εξυπηρετήσεις πούμε στο φιλικό μας πρόσωπο πως είμαστε κουρασμένοι και θέλαμε να μείνουμε σπίτι αλλά τελικά κάνουμε την εξυπηρέτηση δεν θα μας βοηθήσει να θέσουμε τα όρια μας και το φιλικό μας πρόσωπο πιθανότατα να σκεφτεί πως δεν είχαμε πρόβλημα να τον εξυπηρετήσουμε απλά θέλαμε λίγο να γκρινιάξουμε.

Η οριοθέτηση επομένως χρειάζεται συνεχή προσπάθεια και ακόμη περισσότερη προσπάθεια όταν καλούμαστε να θέσουμε όρια που μέχρι τώρα δεν είχαμε καταφέρει να θέσουμε γιατί αυτό απαιτεί να αλλάξουμε συνήθειες και εμείς και οι γύρω μας. Δύσκολη λοιπόν η οριοθέτηση αλλά όχι ακατόρθωτη.

Κύρια Σημεία

  • Αναγνωρίζουμε τα προσωπικά μας όρια.
  • Αναγνωρίζουμε το δικαίωμά μας να θέσουμε αυτά τα όρια.
  • Μιλάμε ανοιχτά, εξηγούμε πως νιώθουμε και το λόγο για τον οποίο θέλουμε να θέσουμε αυτά τα όρια.
  • Είμαστε ευγενικοί αλλά και αποφασιστικοί.
  • Οι πράξεις μας στηρίζουν τα λόγια μας.
Share this to:


Discover more from Time2discuss

Subscribe to get the latest posts sent to your email.

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Discover more from Time2discuss

Subscribe now to keep reading and get access to the full archive.

Continue reading